χανούμ

χανούμ
η
(λ. τουρκ.), άκλ., βλ. χανούμισσα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • χανούμ — η, Ν άκλ. η χανούμισσα. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. hanim] …   Dictionary of Greek

  • Αντιλέ χανούμ — (19ος αι.). Τουρκάλα που γεννήθηκε στο Λιοντάρι της Αρκαδίας και κατοικούσε στην Τρίπολη. Μετά την άλωση της Πόλης από τους Έλληνες, ο Γάλλος Περσάμ, που την είχε ερωτευτεί, την πήρε στην Γαλλία, όπου την έκανε χριστιανή δίνοντάς της το όνομα… …   Dictionary of Greek

  • Πήλιο — I Βουνό της ανατολικής Θεσσαλίας, που αρχίζει από το ακρωτήριο Δερματά και με νοτιοανατολική διεύθυνση απολήγει στο ακρωτήριο Τραχήλι, στον Παγασητικό κόλπο, σχηματίζοντας τη χερσόνησο της Μαγνησίας. Ψηλότερη κορυφή του είναι το Πλιασίδι (1.551 μ …   Dictionary of Greek

  • -ισσα — (ΑΜ ισσα) αρχικά < * ik yă στα θηλυκά ορισμένων εθνικών ονομάτων (πρβλ. Φοῑνιξ, θηλ. Φοίνισσα < *Φοίνικ yα, Κίλιξ, θηλ. Κίλισσα < *Κίλικ yα). Η κατάλ. ισσα εμφανίζεται σπάνια μέχρι και τους κλασικούς χρόνους είτε ως προϊόν αναλογίας… …   Dictionary of Greek

  • χανουμάκι — το, Ν [χανούμ] υποκορ. (κυρίως με θωπευτική σημ.) νεαρή και όμορφη χανούμισσα …   Dictionary of Greek

  • χανούμισσα — η, Ν 1. μουσουλμάνα κυρία 2. (γενικά) μουσουλμάνα, οθωμανίδα, τουρκάλα. [ΕΤΥΜΟΛ. < χανούμ* + κατάλ. ισσα (πρβλ. βασίλ ισσα)] …   Dictionary of Greek

  • Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… …   Dictionary of Greek

  • χανουμάκι — το υποκορ. του χανούμ μικρή χανούμισσα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”